Είδαμε την παράσταση «Η σκιά του Μαρτ» στο θέατρο Αργώ.
Είδαμε την παράσταση «Η σκιά του Μαρτ» στο θέατρο Αργώ.
Η οικογένεια είναι ήδη επί σκηνής, βυθισμένη στον μικρόκοσμο της, αγκυλωμένη στη δομή και οργάνωση της, περιμένοντας να ζωντανέψει ένα ακόμα στιγμιότυπο της, να επαναλάβει μια ακόμα μέρα, απόγευμα, βραδιά της.. Το ζεστό φως πέφτει ξαφνικά πάνω τους και τους ξυπνάει σαν φαντάσματα που με την πρώτη αχτίδα εξαϋλώνονται και κατοικούν ξένα σώματα για να συνεχίσουν να υπάρχουν. Σαν τον χτύπο του ρολογιού οι ήρωες παίρνουν φόρα, γυρνάνε άλλοτε αιφνιδιαστικά γρήγορα και άλλοτε ράθυμα, αργά σαν να κινούνται σε άμμο με κουρασμένα και παραιτημένα βήματα. Και ανάμεσα τους υπάρχει πάντα μια σκιά, το φάντασμα που τους έχει εποικίσει αν και με διαφορετικό τρόπο όλους. Πηχτή σκιά, σαν λάσπη, αδιαπέραστη σαν το σκοτάδι. Η σκιά του Μαρτ του μεγαλύτερου γιου της οικογένειας που πέθανε ηρωικά στον πόλεμο. Και αν ο Μαρτ πέθανε, η ανάμνηση του, η παρουσία του, τα συναισθήματα που προκαλεί είναι πιο ζωντανά από ποτέ. «Ήταν γενναίος ο Μαρτ; Ναι μητέρα. Καταλαβαίνεις τώρα γιατί ντρέπομαι για σένα;» Η μητέρα μια καθηλωτική απ´ την πρώτη στιγμή παρουσία με διαπεραστικό βλέμμα ψυχρού ουρανού ρίχνει τις φράσεις, τις επικρίσεις, τις αποδοκιμασίες, σαν βροχή πάνω στον γιο της. Και εκείνος προσπαθεί να προφυλαχθεί από τον ένα και μοναδικό εχθρό που δεν είναι η μητέρα αλλά η αέναη σύγκριση του με τον Μαρτ. Με τον Μαρτ που αν και νεκρός το πορτραίτο του κοσμεί από σήμερα το σαλόνι σαν κατακτητής που εισέβαλε και το κυρίευσε για μια ακόμη φορά επισκιάζοντας και υποδουλώνοντας τον. Μια σύγκριση που αν και υποβοηθήθηκε από τη μητέρα πιθανώς να συνέβαινε έτσι και αλλιώς λόγω του ότι η οικογένεια είναι απλώς η μικρογραφία της ευρύτερης κοινωνίας. «Πάντα θα γίνεται λόγος για δύναμη και ομορφιά. Είναι φοβερό. Μπορεί. Αλλά και αυτονόητο.» Ο νεκρός γιος πανταχού παρών, παντεπόπτης, ένας Θεός απλησίαστος, απόμακρος και ανέφικτος στη προσέγγιση, στη εξομοίωση μαζί του, εξυφαίνει ιστούς, ρυθμίζει και διαταράσσει τις ισορροπίες μέσα από το ιερό εικόνισμα του, κλέβει ακόμα και με την μορφή ενός πίνακα την αφοσίωση της μητέρας από τον επιζώντα γιο, τονίζοντας τη απόσταση από τον αδελφό του. «Πρέπει να σιωπώ. Να φάω με τα μαχαιροπίρουνα του. Να ξε κρεμάσω το όπλο του.» Η μάνα όχι η δίκη του αλλά του απολεσθέντα γιου, η γυναίκα του χαμένου πολεμιστή. Εκείνος ανήμπορος να τον ανταγωνιστεί ακόμα και νεκρό ελπίζει, ακόμα ελπίζει ώσπου.. ξαφνικά έρχεται ο αντικαταστάτης του ο Βίκτορ, μια μετενσάρκωση του Μαρτ για να κλέψει την αγάπη της μητέρας και της Τερέζ για μια ακόμα φορά. Η ενίοτε «σκληρή» αγάπη της μάνας για τα παιδιά της, η ανάγκη της να τα προστατέψει, να τα οριοθετήσει προκειμένου να τα αποτρέψει να πατήσουν τα αιχμηρά αγκάθια που εκείνη διαβλέπει αλλά τα ίδια όχι.. Η μητέρα, το τραγικότερο πρόσωπο της ιστορίας επιθυμεί να εμποδίσει τον γιο της να αποπειραθεί να πετάξει σε ύψη δυσθεώρητα, ύψη που δεν συνάδουν με τα μικρά, ταλαιπωρημένα φτερά του, την αδύναμη όραση του που θολώνει στην βροχή. Και στη προσπάθεια της αυτή τσακίζει τα φτερά του ίδιου αλλά και τα δικά της καθώς ο τοίχος στον οποίο είναι κρεμασμένο το όπλο έρχεται όλο και πιο κοντά και η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη. Τα έπιπλα εποχής, το ανάκλιντρο, η κουνιστή πολυθρόνα σιωπηλοί μάρτυρες του πεδίου μάχης..Η μάχη για να βγεις απ τη σκιά προτού σε καταπιεί, το επονομαζόμενο καθήκον, λέξεις βαρυσήμαντες όπως η ανδρεία, η τιμή, η θυσία και ερωτήματα..μπορούν άραγε όλοι να τις σηκώσουν χωρίς να τους συνθλίψουν; Και τι γίνεται με όσους δεν μπορούν; Η αγάπη, η μητρική, η ερωτική είναι και αυτή ένα μετάλλιο που θα αποδοθεί αυστηρά στον πιο δυνατό, στον πιο γενναίο; Ένας δειλός μπορεί να αγαπηθεί, γίνεται να έχει αλλά χαρίσματα αξία να αγαπηθούν ;«Μπορείς να αγαπάς κάποιον όταν είναι νεκρός;» «Τότε επιθυμείς έναν άντρα μητέρα όχι έναν γιο.» Το έργο βαθύτατα ψυχολογικό φτάνει ως τα άδυτα της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης, εξερευνώντας παράλληλα τους ρόλους μέσα στην οικογένεια και στην κοινωνία, τις απαιτήσεις, τα όρια και ιδανικά, τις αποκλίσεις, τις προβολές, το ρευστό και συγκεχυμένο των καταστάσεων, των αισθημάτων. Αγαπάμε τους ανθρώπους ή την ιδέα μας για αυτούς; Αγαπάμε τα παιδιά μας ή το ότι είμαστε οι μητέρες τους; «Ήσουν η μητέρα του ήρωα.» Δίπολα όπως αγάπη - μίσος και ζωή - θάνατος αλληλεπικαλύπτονται, οι ήρωες είναι σαν νεκροζώντανοι, σκιές των άλλοτε ολόκληρων εαυτών τους πριν τους αγγίξει η απώλεια, η ματαίωση και ο πόνος. Τα πανέμορφα θλιμμένα μάτια της μητέρας όταν έρχεται κοντά μας και κοιτάει το κενό ψάχνοντας τον νεκρό γιο της.. οι νευρικές κινήσεις του γιου που ψάχνει την αγάπη της, η νουάρ ατμόσφαιρα, η συγκλονιστική σκηνή στο τέλος όπου σιγά σιγά συνειδητοποιούμε πως η μητέρα δεν θα ξυπνήσει για να απαντήσει αυτή τη φορά στα λόγια του γιου της. Το απελπισμένο κράτημα του χεριού της μέσα στη σιωπή μια συμφιλίωση, μια ανακωχή μέχρι να βρεθούν πάλι. Μια ακόμη παράσταση με καθηλωτικές ερμηνείες, βαθιά νοήματα για τις σχέσεις γονιών και παιδιών, μια σύγχρονη τραγωδία. «Δεν υπάρχει τίποτα πιο δυνατό απ´ τις αδύναμες μητέρες. Είναι πιο δυνατές απ´ τους πιο δυνατούς άντρες.»
Κείμενο
Στιγκ Ντάγκερμαν
Μετάφραση
Μαργαρίτα Μέλμπεργκ
Σκηνοθεσία
Χρύσα Καψούλη
Δραματουργία
Χρύσα Καψούλη, Γιάννης Τσαπαρέγκας
Σκηνογραφία – Κοστούμια
Γιώργος Λυντζέρης
Σχεδιασμός φωτισμών
Γιώργος Αγιαννίτης
Βοηθός Σκηνοθέτη
Αλέξανδρος Σάουκ
Ερμηνεύουν
Αιμιλία Υψηλάντη, Φώτης Καράλης, Εμμανουέλα Κοντογιώργου, Θεόφιλος Μανόλογλου
Διεύθυνση παραγωγής
Άρτεμις Υψηλάντη – Ναπολέων
Φωτογραφίες παράστασης
Πάτροκλος Σκαφιδάς
Σχεδιασμός Οπτικής Επικοινωνίας
Άρης ΣομπότηςΠληροφορίες
Θέατρο ΑΡΓΩ – ΚΑΤΩ ΣΚΗΝΗ: Ελευσινίων 15, Μεταξουργείο, Τηλ.: 2105201684,
Ημέρες και ώρες παραστάσεων:
Τετάρτη, Πέμπτη και Κυριακή στις 19:30
Παρασκευή και Σάββατο στις 21:00
Διάρκεια: 90’ (χωρίς διάλειμμα)
Τιμές εισιτηρίων: €15 (γενική είσοδος), €12 ( άνω των 65, φοιτητικό), €10 (ανέργων και ΑΜΕA)
Προπώληση εισιτηρίων: www.viva.gr