Συνέντευξη των συντελεστών της παράστασης "Gaslight – Το φως του γκαζιού"
Είναι μεγάλη μας χαρά να φιλοξενούμε στο θέατρο.gr συνέντευξη των συντελεστών της παράστασης "Gaslight – Το φως του γκαζιού" που ανεβαίνει στο θέατρο Βαφείο.
Εμείς είδαμε την παράσταση (εδώ η άποψή μας) και είχαμε πολλά ενδιαφέροντα να συζητήσουμε με τους συντελεστές:
Προς την κα. Άννα Ετιαρίδου:
- Πες μας λίγα λόγια για τη νεοσύστατη ομάδα Σονέτο.
- Γνωρίζομαι αρκετά χρόνια και με τους τέσσερις ηθοποιούς, καθώς υπήρξαν μαθητές του θεατρικού εργαστηρίου “Περιπλάνηση” όπου διδάσκω και ένιωσα μεγάλη χαρά όταν μου εξέφρασαν την επιθυμία να κάνουν τα πρώτα τους βήματα στο επαγγελματικό θέατρο. Ξέροντας καλά πως και οι τέσσερις έχουν μια γνήσια αγάπη για το θέατρο, αλλά και γνωρίζοντας τις αναμφισβήτητες υποκριτικές τους ικανότητες, δέχτηκα με ενθουσιασμό την πρότασή τους να σκηνοθετήσω το συγκεκριμένο έργο. Νομίζω πως είναι μία ομάδα που έχει μέλλον.
“Το θέατρο πάντα κρατάει ψηλά έναν καθρέφτη, για να καθρεφτίζεται πάνω του η αλήθεια”
- Ποιο στοιχείο του έργου είναι αυτό που το κρατάει ζωντανό τόσα χρόνια στις θεατρικές σκηνές παγκοσμίως;
- Νομίζω πως δυστυχώς το έργο παραμένει επίκαιρο, επειδή πάρα πολλοί άνθρωποι αναγνωρίζουν σ’ αυτό την έντονη ψυχολογική βία που έχουν υποστεί από πρόσωπα του συγγενικού τους περιβάλλοντος. Η ψυχολογική βία δυστυχώς δεν φέρει αποδείξεις. Το άτομο που την υφίσταται μπορεί να μην αντιλαμβάνεται καν ότι έχει πέσει θύμα ψυχολογικής βίας. Όπως έχει πει κι ο Σαίξπηρ όμως, “το θέατρο πάντα κρατάει ψηλά έναν καθρέφτη, για να καθρεφτίζεται πάνω του η αλήθεια”. Κι έτσι, το συγκεκριμένο έργο παραμένει ένας “καθρέφτης” μιας τραγικής αλήθειας που έχουν υποστεί εκατομμύρια ανθρώπων - μέσα στο ίδιο τους το σπίτι - και αφυπνίζει, κατά κάποιον τρόπο, την κοινωνία ως προς την έμφυλη οικογενειακή βία. Και νομίζω πως η αφύπνιση θα φέρει κάποια μέρα και την αλλαγή.

Προς τον κ. Χρήστο Άνθη:
- Έχεις κάνει και τη θεατρική απόδοση του έργου. Ποιες ήταν οι προκλήσεις; Προτιμάς την κινηματογραφική ή τη θεατρική απόδοση του έργου;
- Δούλεψα κατ’ ευθείαν πάνω στο πρωτότυπο θεατρικό κείμενο του Πάτρικ Χάμιλτον, χωρίς να δω καμία από τις δύο κινηματογραφικές μεταφορές για να μην επηρεαστώ. Το Φως του Γκαζιού γράφτηκε το 1938, σε συνθήκες διαφορετικές από τις σημερινές, για το τότε Λονδρέζικο κοινό. Ένιωσα ότι το έργο έπρεπε να κρατήσει όλη του την ατμόσφαιρα, η οποία πηγάζει σε αρκετά μεγάλο βαθμό από την γλώσσα του έργου. Άλλη ατμόσφαιρα έχουν τα αγγλικά του 1900 (όπου ο Χάμιλτον τοποθετεί τη δράση), άλλη τα σύγχρονα ελληνικά. Αυτό ήταν ένα στοίχημα. Επίσης, έπρεπε να μην επηρεαστούν από την μετάφραση οι μηχανισμοί με τους οποίους ο Χάμιλτον δημιουργεί σασπένς.
Η τοξική αρρενωπότητα που “διδάσκει” πως το μεγαλύτερο σε όγκο και δυνατότερο μυικά ανδρικό σώμα μπορεί και πρέπει να χρησιμοποιείται για να “διορθώσει” την συμπεριφορά ή τις πεποιθήσεις μιας γυναίκας.
- Από την «εμπειρία» σου ως Τζακ, τι είναι αυτό που μας κάνει να θέλουμε να εξουσιάσουμε πλήρως τον Άλλον;
- Ο Τζακ είναι μια κάπως ειδική περίπτωση, αφού έχει και εξωτερικά κίνητρα. Όμως τα εσωτερικά, ψυχολογικά του κίνητρα για τη στάση του απέναντι στην Μπέλλα (και στις γυναίκες γενικότερα) είναι τα αναμενόμενα: ναρκισσισμός, πεποίθηση ότι η γυναίκες είναι “κτήμα” του, ότι πάνω τους έχει δικαιώματα και απέναντί τους καμία υποχρέωση. Η τοξική αρρενωπότητα που “διδάσκει” πως το μεγαλύτερο σε όγκο και δυνατότερο μυικά ανδρικό σώμα μπορεί και πρέπει να χρησιμοποιείται για να “διορθώσει” την συμπεριφορά ή τις πεποιθήσεις μιας γυναίκας. Ο Τζακ, γενικά, είναι ένας “άντρας” που υπάρχει ανάμεσά μας ακόμα και σήμερα, παντού στον κόσμο, σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Το πώς διαμορφώνονται τέτοιοι χαρακτήρες είναι πολύ μεγάλη συζήτηση, και όταν την κάνουμε συνειδητοποιούμε ότι οι ευθύνη για την δημιουργία τέτοιων κουμασιών είναι διάχυτη. Οικογένεια, σχολείο, κουλτούρα, θρησκεία, “παράδοση”... Όλα αυτά, σε διαφορετικό βαθμό σε κάθε περίπτωση, έχουν ευθύνη.
Προς την κα. Σοφία Ιωακειμίδη:
- Ενσαρκώνεις την Μπέλλα στο έργο. Πόσο εύκολο είναι τελικά να χάσουμε την εμπιστοσύνη στον εαυτό μας;
- Νομίζω είναι πιο εύκολο από όσο θα θέλαμε να πιστεύουμε. Επικίνδυνα εύκολο θα έλεγα. Και ο βαθμός ευκολίας εξαρτάται πολύ από τα προσωπικά μας βιώματα. Οι άνθρωποι που ως παιδιά δεν έμαθαν να εμπιστεύονται τον εαυτό τους είναι πολύ πιο εύκολο να χάσουν την εμπιστοσύνη στο άτομο τους ως ενήλικες. Ειδικά αν βρεθούν σε καταστάσεις κακοποιητικών σχέσεων όπως στην περίπτωση της Μπέλλα. Η απομόνωση που της επιβάλλει ο άντρας της, ο χειριστικός τρόπος με τον οποίο της φέρεται αλλά και η τραυματική ιστορία της μητέρας της, μετατρέπουν τη Μπέλλα σε ένα πολύ εύκολο θύμα. Πολλές, αντίστοιχες ιστορίες, δυστυχώς, συμβαίνουν καθημερινά γύρω μας. Η κατάσταση στην οποία δεν πιστεύουμε πια το μυαλό μας και τις αισθήσεις μας, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η Μπέλλα, είναι απίστευτα τρομακτική, παραλύει το θύμα και το κάνει όλο και πιο αδύναμο με αποτέλεσμα να αδυνατεί να δράσει και ο φαύλος κύκλος της χειραγώγησης και κακοποίησης να συνεχίζεται.
"...Ζούμε σε μια κοινωνία η οποία δεν έχει αποβάλει πρακτικές που τείνουν να δημιουργούν άντρες ναρκισσιστικούς θύτες και γυναίκες χειραγωγούμενα θύματα"
- Πιστεύεις ότι η ροπή προς το χειραγωγούμενο θύμα ή προς το ναρκισσιστικό θύτη εξαρτάται από το φύλο;
- Πιστεύω ότι εξαρτάται από τον τρόπο που μεγαλώνει το κάθε φύλο, ακόμα και σήμερα. Δυστυχώς, ζούμε σε μια κοινωνία η οποία δεν έχει αποβάλει πρακτικές που τείνουν να δημιουργούν άντρες ναρκισσιστικούς θύτες και γυναίκες χειραγωγούμενα θύματα. Επομένως, πιστεύω ότι η όποια εξάρτηση από το φύλο είναι επίκτητη, αφορά βαθιά ριζωμένες πεποιθήσεις της κοινωνίας που, δυστυχώς, περνάνε από γενιά σε γενιά. Για αυτόν τον λόγο, θεωρώ ότι το έργο μας είναι τόσο επίκαιρο σήμερα, παρόλο που έχει γραφτεί εδώ και πάνω από 80 χρόνια. Σίγουρα, έχουν αλλάξει πολλά από τότε, αλλά, οι ιστορίες που ακούμε, σχεδόν καθημερινά, γύρω μας, μας δείχνουν ότι χρειάζεται να αλλάξουν ακόμα περισσότερα.

Προς τον κ. Κωνσταντίνο Καρούζο:
- Στο έργο, το θύμα ξεφεύγει με τη βοήθεια ενός ντετέκτιβ (που ενσαρκώνεις εσύ). Μπορεί άραγε ένα θύμα χειραγώγησης να διαφύγει χωρίς βοήθεια;
- Όταν μέσω της συστημικής απομόνωσης από κάθε εξωτερικό ερέθισμα το θύμα έχει καταλήξει να εξαρτάται πλήρως από τον χειραγωγό για την επιβίωσή του, και να μην εμπιστεύεται το λόγο ή την κρίση κανενός άλλου, πιστεύω ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρει μόνο του διαφυγή. Ο ρόλος του ντετέκτιβ Ραφ είναι να πείσει την Μπέλλα ότι υπάρχει και μια άλλη αλήθεια πέρα από αυτή που την έχει κάνει να πιστεύει ο σύζυγός της. Ταυτόχρονα όμως, ο Ραφ δεν είναι ο ιππότης που εμφανίζεται καβάλα στο άσπρο του άλογο για να σώσει την αβοήθητη γυναικούλα, όπως συνηθιζόταν σε πολλά άλλα έργα εκείνης της εποχής. Παρότι βοηθάει την Μπέλλα να δει τα πράγματα από μια άλλη, πιο υγιή σκοπιά, και της παρουσιάζει μια διέξοδο που πριν δεν υπήρχε, το τελικό βήμα για την απελευθέρωσή της πρέπει να το κάνει η ίδια η Μπέλλα.
"το τελικό βήμα για την απελευθέρωσή της πρέπει να το κάνει η ίδια η Μπέλλα."
- Πιστεύεις ότι ο καθένας από μας μπορεί να πέσει θύμα ενός αποτελεσματικού χειραγωγού;
- Για τον ίδιο λόγο που είναι δύσκολο ένας άνθρωπος που έχει απομονωθεί πλήρως από φίλους και συγγενικά πρόσωπα να διαφύγει από μία κακοποιητική σχέση, ένας άνθρωπος κοινωνικός και με αυτοπεποίθηση πιστεύω πως δεν θα έπεφτε το ίδιο εύκολα θύμα χειραγώγησης. Ένας αποτελεσματικός χειραγωγός πάντα ψάχνει “γόνιμο” έδαφος για να σπείρει τους σπόρους της αμφιβολίας. Άτομα με χαμηλή αυτοεκτίμηση και περιορισμένες κοινωνικές δεξιότητες, με απόμακρους ή και ανύπαρκτους γονείς, είναι πολύ πιο εύκολο να προσκολλήσουν στην “πατρική” φιγούρα ενός εκμεταλλευτή.
Προς την κα. Εβελίνα Σιγάλα:
- Ως επί σκηνής «συνεργός» του θύτη στη χειραγώγηση, πιστεύεις ότι ο καθένας και η καθεμία μας μπορεί να φτάσει σε αυτό το σημείο σαδισμού αν έχει κάποιο όφελος;
- Πιστεύω πως στη φύση του ανθρώπου υπάρχει έντονα το στοιχείο της βίας και της αγριότητας και σε πολλές περιπτώσεις που νιώθει ότι απειλείται ή κινδυνεύει, αυτά τα στοιχεία βγαίνουν στην επιφάνεια, εκπλήσσοντάς μας. Μέσω του πολιτισμού και του αξιακού συστήματος που έχει αναπτύξει ανά τους αιώνες η ανθρωπότητα, αυτά τα στοιχεία κατευθύνονται και ελέγχονται με στόχο την αρμονική και ειρηνική συνύπαρξή μας στην κοινωνία. Ωστόσο, στις περιπτώσεις των ανθρώπων που τα ιδανικά και οι αξίες δίνουν τη θέση τους στην ανάγκη επιβίωσης, τότε επιστρατεύονται τα άγρια ένστικτά μας. Η ηρωίδα μου στο έργο μας, η Νάνσυ, μεγάλωσε σε τραγικές συνθήκες διαβίωσης, γνωρίζοντας από πολύ τρυφερή ηλικία μόνο τη βία, την ωμότητα, την εκμετάλλευση. Την απάνθρωπη πλευρά της κοινωνίας. Αυτό την έκανε αντίστοιχα σκληρή, συμφεροντολόγα, κυνική, γιατί μόνο έτσι είχε μια ευκαιρία να επιβιώσει. Όταν δυστυχώς έχεις τραγικά βιώματα όσο μεγαλώνεις, θεωρώ ότι είσαι περισσότερο επιρρεπής στο να φτάσεις να γίνεις σαδιστής προς άλλους ανθρώπους, εάν έχεις κάποιο συμφέρον. Γενικά νομίζω πως είμαστε όλοι μας εν δυνάμει θύτες και θύματα, και τα όπλα μας σε αυτήν την αιώνια μάχη μεταξύ «καλού» και «κακού» δεν είναι άλλα από την παιδεία και την καλοσύνη.
"Πιστεύω πως όλοι έχουμε μια κάποια σκοτεινή πλευρά μέσα μας"
- Πιστεύω ότι και το θεατρικό έργο έχει έντονα στοιχεία “noir”. Γιατί άραγε μας ασκεί τόση γοητεία αυτό το είδος;
- Νομίζω για τον ίδιο λόγο που και οι ηθοποιοί αρέσκονται περισσότερο να υποδύονται ρόλους πιο σκοτεινούς, σατανικούς, αντιπαθητικούς, παρά τους «ήρωες». Οι άνθρωποι έχουμε ανάγκη να είμαστε αρεστοί και αποδεκτοί στο κοινωνικό σύνολο, να δημιουργούμε δεσμούς μεταξύ μας και να είμαστε μέλη σε ομάδες. Για να συνυπάρχουμε αρμονικά πρέπει να είμαστε ευγενικοί με τους συνανθρώπους μας, νομοταγείς, τυπικοί, υπεύθυνοι. Οτιδήποτε παρεκκλίνει αρκετά από αυτή τη στάση, η κοινωνία το απορρίπτει γιατί δεν μπορεί να λειτουργήσει διαφορετικά. Πιστεύω πως όλοι έχουμε μια κάποια σκοτεινή πλευρά μέσα μας, την οποία φοβόμαστε να αντιμετωπίσουμε, δεν μας «επιτρέπεται» να την εκθέσουμε, οπότε μέσα από την τέχνη και συνεπώς από την ταύτιση που νιώθουμε με τους χαρακτήρες ενός έργου, μπορούμε να «γευτούμε» λίγο από αυτήν την πλευρά, χωρίς τις επιπτώσεις. Γι’ αυτόν τον λόγο μας γοητεύει να παρακολουθούμε στο θέατρο/στον κινηματογράφο/στη λογοτεχνία, χαρακτήρες ωμούς, σκοτεινούς, με αδυναμίες που δεν μπορούν να ελέγξουν, με έντονα πάθη, που αψηφούν τον νόμο, που δεν ακολουθούν τον δρόμο του ήρωα και του «καλού παιδιού». Μας εξιτάρει και μας ελκύει το σκοτεινό, το μυστήριο, το «απαγορευμένο», τα εγκλήματα που βλέπουμε στο νουάρ, αρκεί να τα βιώνουμε όλα αυτά μέσα από το «comfort zone» μας και να μην είναι η πραγματικότητά μας. Και αυτή ακριβώς είναι η απόλυτη ευχαρίστηση και η γοητεία του νουάρ για εμένα. Επιπλέον, θεωρώ πως είναι τόσο δημοφιλές το συγκεκριμένο είδος επειδή συνήθως βλέπουμε καθημερινούς ανθρώπους μπλεγμένους σε ασυνήθιστες και τραγικές καταστάσεις. Απεικονίζει μια «αλήθεια» το νουάρ, μια ωμή ειλικρίνεια, που δεν τη βρίσκεις συχνά σε άλλα είδη. Κυριαρχεί η απλότητα, χωρίς στυλιζάρισμα, χωρίς φανφάρες και εφέ, που εντείνει την αγωνία του θεατή καθ’ όλη τη διάρκεια της πλοκής και κάνει την αδρεναλίνη να εκτινάσσεται στα ύψη!

- Πώς και επιλέξατε αυτό το έργο για αυτή τη θεατρική σεζόν και τι συναίσθημα σάς αφήνει κάθε βράδυ μετά την παράσταση;
Άννα: Το συγκεκριμένο έργο ήταν μία πρόταση της ομάδας και, παρόλο που το είχα διαβάσει παλιά, είχα συγκρατήσει μόνο τη μυστηριώδη ατμόσφαιρά του, χωρίς να μου έχει μείνει ιδιαίτερα η ψυχολογική βία που περιγράφει. Όμως, από την πρώτη ανάγνωση, αλλά και κάθε βράδυ μετά την παράσταση, το συναίσθημα που με κατακλύζει είναι η ικανοποίηση ότι έχουμε βγάλει στο φως τα κρυμμένα “μυστικά” της ψυχολογικής βίας και κακοποίησης, με την ελπίδα πως έστω κι ένας θεατής να αφυπνιστεί, θα έχουμε πετύχει τον στόχο μας.
Χρήστος: Το έργο το πρωτοείδα στο θέατρο σε μια fringe παράσταση στο Εδιμβούργο πολλά χρόνια πριν, και από τότε με είχε γοητεύσει η μυστηριώδης ατμόσφαιρα και οι έντονες σκηνές του. Παράλληλα, με όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας, ένιωσα ότι το μήνυμά του πρέπει να ακουστεί ξανά από σκηνής. Έτσι καταπιάστηκα με τη μετάφρασή του, και μετά το έφερα στην ομάδα για ανάγνωση. Μετά, τα πράγματα πήραν το δρόμο τους! Στο τέλος της κάθε παράστασης είμαι εκ νέου προβληματισμένος γι’ αυτά που έκανα στα πλαίσια του ρόλου. Χρειάζομαι λίγο χρόνο (και μια παγωμένη μπύρα!) για να τα βάλω πάλι στην άκρη.
Σοφία: Όταν ο Χρήστος πρότεινε το έργο, θυμήθηκα ότι είχα δει τη μεταφορά του στον κινηματογράφο, τη γνωστή ταινία του 1944 με την Ίνγκριντ Μπέργκμαν. Αν και είχαν περάσει πολλά χρόνια, μου ήρθε στο μυαλό η κλειστοφοβική ατμόσφαιρά και η αγωνία που μου είχε προκαλέσει. Μετά την ανάγνωση της απόδοσης του Χρήστου, φάνηκε ξεκάθαρα ότι αυτό είναι το έργο μας! Επιπλέον, σε κάθε νέα ανάγνωση ανακαλύπταμε πόσο επίκαιρο παραμένει το θέμα του έργου σήμερα, γεγονός το οποίο μας επιβεβαίωνε ότι έχει νόημα να παρουσιαστεί ξανά επί σκηνής. Η αλήθεια είναι ότι, μετά το τέλος κάθε παράστασης, νιώθω ένα είδος ανακούφισης που τελείωσε για άλλο ένα βράδυ το μαρτύριο της Μπέλλα. Στη σκηνή σβήνουν τα φώτα και σταματάει ο φόβος της ηρωίδας. Για όσους βιώνουν κάτι αντίστοιχο στη ζωή τους, χρειάζεται να βρουν οι ίδιοι τον τρόπο και τη δύναμη να «σβήσουν» τον φόβο.
Κωνσταντίνος: Με τους υπόλοιπους ηθοποιούς της ομάδας Σονέτο έχουμε συνεργαστεί και στο παρελθόν, οπότε χάρηκα πολύ όταν μου προτάθηκε να παίξω στο Gaslight, παρόλο που ήξερα ελάχιστα πράγματα για το έργο. Προσωπικά χαίρομαι εάν καταφέρω να κάνω το κοινό να γελάσει λίγο με τα καμώματα του ντετέκτιβ Ραφ, ο οποίος με την κωμική νότα που προσθέτει στην παράσταση ανακουφίζει τον θεατή από την σκοτεινή και πολλές φορές αποπνικτική ατμόσφαιρα που επικρατεί μέσα στην οικεία των Μάννιγχαμ.
Εβελίνα: Η αλήθεια είναι πως γνώριζα τον όρο της ψυχολογίας «gaslighting” χωρίς να έχω διαβάσει ή δει το έργο και συνεπώς χωρίς να γνωρίζω από που προέρχεται ο όρος. Όταν μου πρότειναν τον ρόλο της Νάνσυ τα παιδιά και διάβασα το έργο, εντυπωσιάστηκα με την πλοκή, την σκοτεινή ατμόσφαιρα του βικτωριανού Λονδίνου, και το γεγονός ότι αφορά ένα τόσο σοβαρό θέμα όπως η ύπουλη ψυχολογική κακοποίηση, που είναι δύσκολο να την αναγνωρίσεις εάν την υφίστασαι. Οπότε ενθουσιάστηκα που θα είχα την ευκαιρία να παίξω σε ένα τέτοιο έργο και να συμβάλλω στο να ενημερωθεί μέσω του θεάτρου το κοινό για ένα τέτοιο θέμα, να βοηθηθεί έστω και ένας άνθρωπος εάν βρίσκεται σε παρόμοια κατάσταση, να την αναγνωρίσει και να δράσει. Επειδή υποδύομαι τη Νάνσυ, μια γυναίκα που φέρεται με αισχρό τρόπο σε μιαν άλλη γυναίκα, προσπαθώ ακόμη κάθε φορά μετά την παράσταση να σταματήσω να την «δικάζω», να την δικαιολογήσω λίγο παραπάνω για τον τρόπο που φέρεται, σκεπτόμενη το παρελθόν και τα βιώματά της, να συμφιλιωθώ με τις αδυναμίες της και να την καταλάβω καλύτερα.
Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση ΕΔΩ
Κάθε Παρασκευή στις 20.30, Θέατρο Βαφείο - Λάκης Καραλής