Συνέντευξη του Κωνσταντίνου Αβραμή στο θεατρο.gr
1. Πόσο η βία της "σωστής δομής" των λέξεων και των εννοιών είναι καταπίεση, και πόσο αναγκαίο κακό;
Έχουμε συνηθίσει τόσο πολλά. Αδυνατούμε να βρούμε έναν μη βίαιο τρόπο για να εκπαιδευόμαστε, και μας γίνεται τόσο οικεία αυτή η βία που παύουμε να την αναγνωρίζουμε ως τέτοια. Το γεγονός ότι το «αναγκαίο κακό» είναι «αναγκαίο» δεν αναιρεί πως παραμένει «κακό». Αλλά όχι, η δομή των ειρμών μας δεν είναι η μόνη που θα μπορούσαμε να έχουμε. Στο σπίτι, στο σχολείο, στις πανελλαδικές εξετάσεις, στην εκμάθηση ξένων γλωσσών, στο πανεπιστήμιο, στα επαγγελματικά emails και στις αναφορές ― με μία φράση: σε κάθε θεσμικό πλαίσιο μαθαίνουμε να προτιμούμε την παθητική σύνταξη, τα απρόσωπα ρήματα, τα γενικά (όχι ειδικά) υποκείμενα και τις συνεκδοχές. Αμβλύνουμε τη δυσφορία μας σε «μπορούσε να είναι καλύτερο», την ιδεολογική μας αντίρρηση σε «δεν με βρίσκετε απόλυτα σύμφωνο» και την οργή μας σε «θα προσπαθήσω αλλά δεν σας υπόσχομαι». Η σύνταξη και η γραμματική της βίας διαμορφώνουν ανθρώπους που αυτοπεριορίζονται, αυτοτραυματίζονται και εξαλείφονται. Και όχι, δεν το θεωρώ «αναγκαίο κακό».
2. Λάτρεψα τις διαφορές στην κινησιολογία των κοριτσιών: Οι κόρες της παλιάς πόλης νευρικές, τρομαγμένες αλλά και σαν ελάφια στα πρώτα τους βήματα. Η κόρη της νέας πόλης τεντωμένη σαν Μπάρμπι Βασανίστρια. Πείτε μας περισσότερα για την κίνηση της παράστασης.
Κατ’ αρχάς μου φαίνονται ευρηματικές οι λέξεις με τις οποίες περιγράφετε την κίνησή τους. Σε όλην αυτή τη διαδικασία έχουμε υπάρξει πολύ συγκεκριμένοι, παρατηρώντας από πολύ κοντά και έχουμε αποφύγει συνειδητά το να ονοματίσουμε τις φόρμες, τις χειρονομίες, τις λειτουργίες τους. Αν κάτι με κινεί στο θέατρο δεν είναι οι ωραίες λέξεις ή η βαθιά φιλοσοφία. Είναι το τρεμάμενο ανθρώπινο σώμα, που υποφέρει αλλά προσπαθεί. Ίσως να προσπαθεί να αντισταθεί, ίσως να προσπαθεί να επιβιώσει ή να βρει τις λέξεις για να αρθρώσει και να εννοιολογήσει την ανημπόρια του. Πάντως είναι ένα σώμα που τρέμει. Ο όρος αυτός είναι του Θανάση Τριαρίδη, τον οποίο εκείνος χρησιμοποιεί για να περιγράψει τα σώματα που βρίσκονται στο περιθώριο της κανονικότητας, τα σώματα τα οποία παραμελούμε και κακοποιούμε ακόμα και χωρίς να το αναγνωρίζουμε. Αλλά ένα τέτοιο σώμα υπάρχει και μέσα σε κάθε έναν από εμάς. Ήμουν ιδιαίτερα τυχερός γιατί και οι τρεις ηθοποιοί ήταν πολύ γενναιόδωρες μαζί μου. Κατά τη διάρκεια των πολλών ερευνητικών προβών, έφεραν στην πρόβα η κάθε μία τον εαυτό της και τον συνύφαναν με την κοινή γραμμή που χτίζαμε. Δεν είναι μία κινησιολογία που επιβλήθηκε, ούτε και μία που ήρθε άκοπα από την προσωπική τους ευκολία. Και τις ευχαριστώ για αυτό.
3. "Οι υπόλοιποι να πάτε σινεμά" ήταν μια σκληρή ατάκα από το κείμενο, με πολύ συγκεκριμένα, στοχευμένα νεύρα. Σημαίνει αυτό ότι στην κορύφωση, όταν οπλίζεται ο όχλος, περιμένετε την συμμετοχή του κοινού;
Μου είναι παράξενο να στέκομαι στο βάθρο και να δίνω συμβουλές ή να αποφασίζω τι πρέπει να κάνει το κοινό. Δεν είμαι τόσο διδακτικός, αλίμονο, δεν αντιλαμβάνομαι καμία άποψη μου ως τόσο αδιαμφισβήτητη που να είναι άξια διδαχής. Επιλογές δίνουμε. Υπενθυμίζουμε πως το θέατρο δεν μπορεί να πείσει με τη μυθοπλασία του. Συγγνώμη, αλλά αν κάποιος προσδοκά να δει στ’ αλήθεια φόνο επί σκηνής, θα πρέπει να του μαρτυρήσω πως οι ηθοποιοί δεν πεθαίνουν στ’ αλήθεια. Άρα; Τι κάνουμε; Ή παύουμε να λέμε ιστορίες και αφήνουμε μόνο τους κινηματογραφιστές να παράγουν έργο ή ξεκαθαρίζουμε: όποιος επιθυμεί να πεισθεί για μία
επίπλαστη πραγματικότητα, ας πάει σινεμά. Εντός της θεατρικής αίθουσας δεν θα πάψουμε ποτέ να είμαστε παρόντες μαζί, να συναντιόμαστε οι ηθοποιοί, η μουσικός και εσείς, το κοινό. Την απόφαση οφείλουμε να την πάρουμε μαζί. Ας μην προσποιείται το κοινό πως είναι απόν και πως δεν έχει λόγο στα όσα διακυβεύονται. Το τι θα επιλέξει κάθε θεατής επαφίεται σε εκείνον. Η βία υπάρχει. Το αν θα εκτονωθεί εντός ή εκτός του θεάτρου δεν είναι δικό μου μέλημα.
Πληροφορίες για την παράσταση:
https://www.more.com/theater/ort-i/