Συνέντευξη με τον Κωνσταντίνο Γερακίτη με αφορμή την νέα του ποιητική συλλογή «Το έρμαιο των πληγών» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άνω τελεία
Στη συλλογή «Το έρμαιο των πληγών», ο Κωνσταντίνος Γερακίτης εμβαθύνει στο πάθος, τον πόνο και τον έρωτα, υφαίνοντας ποιήματα που λειτουργούν σαν καθρέφτης της ψυχής. Με τη διττή ιδιότητα του ποιητή και του ψυχολόγου, ο συγγραφέας προσεγγίζει την ανθρώπινη εμπειρία με ευαισθησία και στοχασμό, αναζητώντας όχι απαντήσεις, αλλά αυθεντική έκφραση. Σε αυτή τη συνέντευξη, μας μιλά για την ποίηση ως πεδίο ψυχικής αναζήτησης, προσωπικής κάθαρσης και συλλογικής σύνδεσης.
1.Στην ποιητική σας συλλογή, «Το έρμαιο των πληγών», η σχέση ανάμεσα στο πάθος και τον πόνο παρουσιάζεται μέσα από έντονες εικόνες μάχης και τραύματος. Πώς προσεγγίσατε θεματικά αυτή τη σύνδεση, και πώς επηρέασε η κατάρτισή σας τη γραφή αυτών των ποιημάτων;
Το πάθος και ο πόνος είναι έννοιες που διακατέχονται από υλικά τα οποία χαρακτηρίζονται από λογική ακολουθία. Δεν υπάρχει πάθος χωρίς πόνο. Πόνο είτε εμπροσθοβαρή είτε οπισθοβαρή είτε και τα δύο. Ο πόνος είναι το τίμημα του πάθους. Είναι το απαραίτητο ξόδεμα του εαυτού είτε σε σωματικό είτε σε ψυχολογικό επίπεδο προκειμένου η συστάδα νου και σώματος να βιώσει αυτό που ονομάζουμε πάθος. Αναφορικά τώρα με την κατάρτισή μου, μπορώ με θάρρος να σας πω ότι δοκίμασα να την αφήσω στην άκρη, τις περισσότερες φορές με αρκετή επιτυχία. Και τούτο διότι η τέχνη μου δε κατάφερε ποτέ να υποκύψει στην εκλογίκευση και την περισσότερο αυστηρή επιστημονική ματιά η οποία εκπορεύεται από την ταύτιση με το ρόλο της ψυχολογίας.
2.Η ερωτική εμπειρία αποτελεί διαχρονικά ένα από τα πιο πολυδιάστατα και περίπλοκα θέματα στην τέχνη και τη φιλοσοφία. Ποια πιστεύετε ότι είναι η ουσία αυτής της ψυχικής και κοινωνικής διάστασης, και πώς αντανακλάται στον ποιητικό σας λόγο;
Το έρμαιο των πληγών μαρτυρά την απόλυτη παράδοση ενός νέου ανθρώπου στα βέλη αυτού που ο ίδιος αντιλαμβάνεται ως έρωτα γεγονός το οποίο κατ’ ουσίαν διαθέτει τόσο κοινωνικές, πολιτιστικές όσο και ψυχικές διαστάσεις στα πλαίσια ανάγνωσης της προσωπικότητας αυτού του ατόμου. Η ουσία του έρωτα δε δύναται να αναλυθεί σε κάποιες ταπεινές γραμμές από έναν εξίσου ταπεινό συγγραφέα. Ωστόσο θα έλεγα ότι ο έρωτας σε όλες του τις εκφάνσεις αποτελεί το καύσιμο το οποίο κινεί τα γρανάζια της ζωής μας ανέκαθεν. Φυσικά αναφέρομαι στην ευρύτερη έννοια του όρου και πιο συγκεκριμένα στον έρωτα που αφορά την ίδια μας τη ζωή και τα όνειρα, τους ανθρώπους, τις καταστάσεις και ίσως τα είδωλα που ερωτευτήκαμε ή ερωτευόμαστε ή θα ερωτευτούμε.
3.Κατά τη γνώμη σας, πώς διαφοροποιείται η ποιητική αποτύπωση του πάθους από τις πιο κοινωνικές ή ψυχολογικές προσεγγίσεις του;
Οπως αναφέρθηκε και νωρίτερα, η θέαση του έρωτα αποτελεί μια προσωπική επιλογή του καθενός. Εκεί που ο βιολόγος θα δει το εφαλτήριο για τη διαιώνιση του είδους, ο ψυχολόγος θα δει τις ασυνείδητες, κοινωνικές ορμές του φαινομένου. Και εκεί που η θρησκεία θα δει το γάμο και τη δημιουργία οικογένειας ως σκοπό του έρωτα και της αγάπης, ο νευροεπιστήμονας θα δει τις εκφάνσεις του κεντρικού νευρικού συστήματος και τη “δημιουργία” του έρωτα μέσα από τις νευρωνικές συνδέσεις. Ο ποιητής θα τραβήξει τη γραμμή του σε μια εντελώς διαφορετική κατεύθυνση αναζητώντας νοήματα που καλύπτουν τη δίψα της ψυχής του η οποία δε ψάχνει απαντήσεις αλλά έκφραση στο χάος.
4.Σε μια εποχή όπου οι διαπροσωπικές σχέσεις και η έννοια του συναισθηματικού δεσμού αλλάζουν ραγδαία λόγω κοινωνικών, πολιτισμικών και τεχνολογικών μεταβολών, πώς πιστεύετε ότι η ποίηση μπορεί να ανταποκριθεί ή να προβλέψει αυτές τις αλλαγές;
Η ποίηση και γενικότερα η τέχνη αποτελούσε και αποτελεί το αντίβαρο απέναντι σε καιρούς που ο ρομαντισμός ψυχορραγεί. Η απαισιοδοξία που πολλές φορές αντανακλάται στο χώρο της τέχνης και συγκεκριμένα της ποίησης ίσως αποτελεί μια μελαγχολική χροιά αποτύπωσης της άσχημης ή δυσοίωνης πραγματικότητας των καιρών. Ωστόσο η ποίηση οφείλει, ειδικότερα απέναντι στους νεότερους, να αφήνει πάντοτε ένα στίγμα ανεξίτηλο ως μαρτυρία ότι έννοιες όπως ο ρομαντισμός, ο κοινωνικός προβληματισμός, η επανάσταση των ιδεών και άλλες αξίες γενικότερα είναι αθάνατες και πάντοτε αναμένουν μια σπίθα για να ζωντανέψουν και ίσως να κυριαρχήσουν.
5.Υπάρχει μια κοινή αντίληψη ότι το πάθος μπορεί να καταστήσει τον άνθρωπο ευάλωτο ή «έρμαιο» των συναισθημάτων του. Πώς ερμηνεύετε αυτή την έννοια μέσα από το πρίσμα της ψυχολογίας και πώς πιστεύετε ότι μπορεί να αποδοθεί λογοτεχνικά;
Είναι απολύτως σαφές και παραδεκτό ότι το πάθος εν γένει απ’ ό,τι κι αν αποτελείται, συντελεί στην ευαλωτότητα του ανθρώπου. Το πάθος είναι το αγκάθι στο τριαντάφυλλο. Ο πόθος του ανθρώπου να αγγίξει τον βελούδινο θησαυρό χρειάζεται προσοχή και σύνεση μέχρι τη κορύφωση της επαφής. Η επιστήμη της ψυχολογίας μέσα από τα δημοφιλή της ψυχοθεραπευτικά μοντέλα έχει καταστήσει γνωστό ότι το πάθος συνδέεται άρρηκτα με αρκετές γνωστικές διαστρεβλώσεις και μετατοπίσεις στην αντίληψη του ατόμου. Και εδώ είναι που φτάνει το σημείο να πούμε ότι η απάντηση σε όλα τα ερωτήματα σχεδόν πάντα θα είναι ο άνθρωπος. Ο ίδιος ο άνθρωπος είναι υπεύθυνος για τη διαχείριση των εξ ορισμού παθών του. Αναφορικά με τη λογοτεχνική του απόδοση το πάθος εκπροσωπείται από μια πιο προσωπική ματιά, μακριά από επιστημονικές προσεγγίσεις και εκλογικεύσεις. Και ακριβώς αυτό είναι και το νόημα της τέχνης καθώς και ένα σημείο που συνδέεται ίσως με την επιστήμη. Δηλαδή η χάραξη νέων δρόμων και αντιλήψεων μέσω της αισθητηριακής και ψυχολογικής αντίληψης του πάθους.
6.Η σχέση μεταξύ του συναισθηματικού δεσμού και της ταυτότητας είναι στενή, καθώς μέσα από αυτήν συχνά ανακαλύπτουμε ή αμφισβητούμε τον εαυτό μας. Πώς νομίζετε ότι συμβάλλει η ποίηση σε αυτή την εξερεύνηση της ταυτότητας;
Η ποίηση είναι μια έντονη γεύση η οποία είτε αποκαλύπτει νέους κόσμους για το άτομο είτε υπερκαλύπτει παλαιότερους με αποτέλεσμα να “ξεχνάει” ή να αντικαθιστά βιώματα το άτομο. Η δημιουργία και κατασκευή ταυτότητας αποτελείται από ιδιοσυγκρασιακά, οικογενειακά, κοινωνικά και ατομικά χαρακτηριστικά. Ωστόσο ας μην ξεχνάμε ότι πάντοτε το σύνολο είναι μεγαλύτερο από το απλό άθροισμα των μερών του. Έτσι λοιπόν και η ποίηση έχει ως αποστολή να καλύψει αυτή την αχανή διατύπωση, εκείνο το χάσμα που προκύπτει αναπόφευκτα κατά τη διαδικασία αντίληψης του συνόλου της έννοιας της ταυτότητας
7.Πιστεύετε ότι η καλλιτεχνική έκφραση των συναισθημάτων μπορεί να λειτουργήσει ως γέφυρα επικοινωνίας ανάμεσα σε διαφορετικούς ανθρώπους, πολιτισμούς και εποχές, δίνοντας κοινή φωνή σε μια τόσο προσωπική και ταυτόχρονα συλλογική εμπειρία;
Η καλλιτεχνική έκφραση αποτελεί τη σωτήρια παρέμβαση σε ένα κόσμο με ζητήματα και προβληματισμούς που θυμίζουν τον πύργο της Βαβέλ. Αν υπάρχει μια παγκόσμια γλώσσα αυτή είναι και οφείλει να είναι η τέχνη η οποία δε γνωρίζει σύνορα και στεγανά. Κι αυτό γιατί στα βάθη και τις αβύσσους των ψυχών παγκόσμια, οι υπαρξιακές αναζητήσεις των βουνών που έχει ο καθένας ν’ ανέβει αποτελούν έναν ίσως κοινό τόπο όπου η τέχνη μπορεί να αποτελέσει ουρανό.
8.Η συλλογή σας ξεκινά με ποιήματα που χαρακτηρίζονται από έναν σκοτεινό τόνο, ενώ κλείνει με πιο αισιόδοξους στίχους. Ποια ήταν η συγγραφική σας πρόθεση πίσω από αυτή τη μετάβαση και πώς, μέσα από την οπτική της ψυχολογίας, ερμηνεύετε αυτή την εξέλιξη; Πρόκειται για μια διαδικασία προσωπικής ή συλλογικής κάθαρσης και μεταμόρφωσης;
Οι σκοτεινοί τόνοι της εισαγωγής του έργου έρχονται να δώσουν τη θέση τους σε μια διαδικασία ιερή που ξεπλένει αυτή τη σκοτεινιά, στο δάκρυ. Και μετέπειτα το δάκρυ δίνει τη θέση του σε μια υποψία αχτίδας φωτός η οποία δειλά δίνει τη θέση της σε μια συγκρατημένη αλλά ρεαλιστική αισιοδοξία. Η εν λόγω συλλογή ξεκίνησε με σκοπό να δώσει φωνή σε μια μελαγχολία με έντονο πυρήνα και παρουσία. Ωστόσο παρατήρησα προς μεγάλη μου έκπληξη ότι παρά τη φύση αυτής της μελαγχολίας και των δρόμων στους οποίους αυτή ενδέχεται να παρασύρει έναν άνθρωπο, η ανάγκη που ανέκυψε αφορούσε την ανάγκη να δοθεί ένα μήνυμα ρεαλιστικό. Δηλαδή ότι η ζωή και ο έρωτας είναι πολλές φορές απόρθητα και προσδίδοντα ποτήρια απογοήτευσης. Ωστόσο ο άνθρωπος είναι ικανός να προχωρήσει παρά τις δυσκολίες και να συνεχίσει να διεκδικεί τόσο την αξιοπρέπεια του από αυτή τη ζωή όσο και τα όνειρα του όσο ψηλά κι αν είναι τα σκαλιά που καλείται να ανέβει.
9.Πόσο σημαντική θεωρείτε την αλληλεπίδραση ανάμεσα στη δουλειά σας ως ψυχολόγος και στον ποιητικό σας λόγο; Υπάρχουν στιγμές που η ψυχολογία σας περιορίζει, ή αντίθετα εμπλουτίζει και απελευθερώνει τη δημιουργική σας έκφραση;
Η αλήθεια είναι ότι επειδή γράφω πολλά χρόνια, σχεδόν από την κούνια μου, έχω καταφέρει να το πράττω με τρόπο ενσυνείδητο. Δηλαδή με τρόπο ώστε να επηρεάζομαι από αυτό που θέλω να επηρεαστώ εκείνη τη στιγμή. Για τον λόγο αυτό είναι που αρκετές φορές έχω αναφέρει ότι διαθέτω την ικανότητα να φέρνω τον εαυτό μου σε τέτοια συναισθηματική κατάσταση ώστε να βιώσω με έναν τρόπο συναισθηματικά ολοκληρωτικό αυτό που θέλω να γράψω και κατόπιν να αποδράσω από αυτή την έντονη συναισθηματική εμπειρία λες και δεν ήμουν ποτέ εκεί. Είναι κάπως παράξενο ακόμα και για μένα. Αναφορικά με την επιρροή της ψυχολογίας στον ποιητικό μου λόγο αυτό είναι κάτι το οποίο διαφαίνεται περισσότερο σε γραπτά που ακολούθησαν το “Ερμαιο των πληγών”.
10.Κλείνοντας, ποια νέα μονοπάτια ονειρεύεστε να φωτίσετε μέσα από τα επόμενα ποιητικά σας βήματα;
Υπάρχουν αρκετά νέα μονοπάτια τα οποία έχω ήδη “περπατήσει” ποιητικά που κυρίως αφορούν τον πόνο και την αγωνία της κοινωνικής καθημερινότητας στα μεγάλα αστικά κέντρα, τον προσφυγικό πληθυσμό και τα συνοδά του βάσανα και την παρακμή που ζούμε σε αυτό που ονομάζεται θεσμοί και αξίες στην Ελλάδα του σήμερα. Το μέλλον ωστόσο θα δείξει εάν θα υπάρξει η δυνατότητα να δοθεί φωνή σε αυτά τα ήδη περπατημένα μονοπάτια
Περισσότερα για το βιβλίο: https://anoteleia.gr/ermaio_ton_plhgon_gerakiths