Συνέντευξη με τη Μάρθα-Μαρία Βαϊοπούλου με αφορή την παράσταση WOLVES / ΑΥΤΟ ΤΟ ΠΑΙΔΙ των Χρήστου Θεοδωρίδη και Ξένιας Θεμελή που ανεβαίνει στο θέατρο ΠΛΥΦΑ
1. Πώς επηρέασε η παιδική σου ηλικία στο χωριό της Καρδίτσας τον τρόπο που βλέπεις τον κόσμο και, κατ’ επέκταση, τον τρόπο που προσεγγίζεις την υποκριτική;
1. Θα το ξεκινήσω λίγο αντίστροφα. Φεύγοντας από το χωριό μου και ερχόμενη στην Αθήνα είχα έναν φόβο για το τι θα συναντήσω, για το πώς θα συνδεθώ με τον τόπο, τους ανθρώπους, τους ρυθμούς. Πίστευα πως αυτό είναι πολύ μακριά από μένα ότι δεν θα τα καταφέρω. Αλλά τελικά λάθος πίστευα. Πολύ γρήγορα ένιωσα ότι εδώ ανήκω πιο πολύ. Στην Αθήνα «με συνάντησα». Βρήκα μια κάποια ελευθερία που μέχρι πριν δεν ήξερα ότι μου έλειπε-μια ελευθερία σκέψης, έκφρασης ακόμα και ύπαρξης. Παρόλα αυτά, τα δεκαοχτώ χρόνια που έζησα στο χωριό μου είναι πάντα μαζί μου. Είναι η βάση μου, ο σύμμαχος μου. Μου έμαθαν να παρατηρώ, να καταλαβαίνω τους ανθρώπους, να «βλέπω» τα μάτια τους. Εχω μάθει να αντικρίζω βλέμματα «καθαρά» και όταν δεν είναι έτσι, απλώς φεύγω. Νιώθω ευγνώμων που σαν παιδί πρόλαβα να παίξω σε γειτονιές, να κάνω ποδηλατάδες με τους φίλους μου ως αργά, να ακούμε ιστορίες από ηλικιωμένους ανθρώπους γύρω από μια σόμπα, να είμαι τόσο κοντά στη φύση. Οι άνθρωποι στο χωριό είναι ανοιχτοί, φιλόξενοι και ειλικρινείς. Αυτός είναι και ο μόνος τρόπος που μπορώ και θέλω να προσεγγίζω το θέατρο. Ανοιχτά και ειλικρινά. Πιστεύω πως στην τέχνη αν δεν δώσεις την αλήθεια σου -όποια και αν είναι αυτή- στο τέλος θα σε κάνει να ασφυκτιείς.
2. Υπάρχει κάποια ιστορία ή εικόνα από τα παιδικά σου χρόνια που έχει «περάσει» ασυνείδητα σε κάποιον ρόλο που έχεις υποδυθεί;
2. Νομίζω πως σε ό,τι έχω κάνει μέχρι στιγμής υπάρχει πάντα μια μικρή ιστορία που κρύβεται από πίσω. Κάθε χαρακτήρας, με κάποιον τρόπο, κουβαλάει κάτι δικό μου, ένα προσωπικό αντίκρισμα, αλλιώς δε «βγαίνει». Μπορεί να είναι μια εικόνα από τα παιδικά μου χρόνια, μια ανάμνηση ή ένα συναίσθημα που έχω ξεχάσει συνειδητά, αλλά βρίσκει τρόπο να εμφανιστεί μέσα από το κείμενο. Άλλες φορές το καταλαβαίνω καθαρά, άλλες πάλι κάνω πως δεν το αντιλαμβάνομαι, ίσως γιατί είναι πιο βαθύ ή πιο προσωπικό απ’ όσο θα ήθελα να παραδεχτώ.
3. Τι ήταν αυτό που σε ώθησε να ασχοληθείς με το θέατρο και πώς βίωσες τα χρόνια στη Δραματική Σχολή «Νέο Ελληνικό Θέατρο Γ. Αρμένη»;
3. Μέχρι τα 16 μου δεν είχα δει θέατρο ποτέ πέρα από κάτι καλοκαίρια που ερχόταν στην πλατεία του χωριού ο Καργκιόζης και μαζευόμασταν μανιωδώς όλοι οι κάτοικοι να το παρακολουθήσουμε. Μια μέρα λοιπόν η φίλη μου η Κατερίνα μαζεύει την παρέα μας και λέει: έχω μια ιδέα θέλω να ανεβάσουμε μια παράσταση και να την παρουσιάσουμε στην πλατεία. Στην αρχή είμασταν κάπως όλοι διστακτικοί δεν ξέραμε καν τι σημαίνει το «να ανεβάσουμε παράσταση». Ψάξαμε, διαβάσαμε, ενημερωθήκαμε, φανταστήκαμε, δουλέψαμε και κάπως ήρθε αυτή η μέρα να το παρουσιάσουμε. Το μεγαλύτερο μου κοινό, χίλια άτομα, είχε έρθει όλο το χωριό. Οταν λοιπόν «βγαίνω» στη σκηνή και λέω την πρώτη φράση του κειμένου ακούω ένα κύμα γέλιου. Έπαθα σοκ. Εκείνο το βράδυ δεν μπόρεσα να κοιμηθώ ένιωθα σαν σούπερ ήρωας. «Πώς μπόρεσα να κάνω τόσους ανθρώπους να γελάσουν με την ψυχή τους; Αυτό θέλω να κάνω, να βγαίνω να λέω ιστορίες και να περνάνε οι άνθρωποι όμορφα. Πίστεψα ότι έχω μια μαγική ικανότητα. Και αφού το έκανα μια φορά θα το ξανά κάνω για όσο μπορώ».
Και κάπως έτσι με βρίσκει ο Σεπτέμβρης του 2022 στη Δραματική σχολή του Νέου Ελληνικού Θεάτρου. Τρία χρόνια που δεν θα τα άλλαζα με τίποτα. Αυτό που θα κρατήσω πιο πολύ απ όλα είναι οι άνθρωποι που συνάντησα εκεί, οι σχέσεις που δημιουργήθηκαν, οι στιγμές που ζήσαμε. Το θέατρο έχει έναν μαγικό τρόπο να σε συνδέει με τους ανθρώπους ουσιαστικά και να σε φέρνει τόσο κοντά ακόμη και αν φαινομενικά είστε χιλιόμετρα μακριά. Αν ξεκινούσα τώρα από την αρχή δε θα άλλαζα τίποτα. Θα επέλεγα την ίδια σχολή με τους ίδιους ανθρώπους.
4. Οι παραστάσεις Wolves και Αυτό το παιδί είναι οι πρώτες σου επαγγελματικές δουλειές. Τι κρατάς από αυτές τις εμπειρίες — ως καλλιτέχνις και ως άνθρωπος;
4. Τελειώνοντας τη σχολή είχα ένα άγχος για το πώς θα είναι η πρώτη μου επαγγελματική δουλειά, με ποιους ανθρώπους θα συνεργαστώ, πώς θα καταφέρω να νιώσω ασφάλεια μέσα σε ένα καινούργιο περιβάλλον. Ε, λοιπόν, άλλο ένα αχρείαστο άγχος! Με τους συμμαθητές μου γίναμε πια συνάδελφοι και αυτό είναι αληθινά συγκινητικό. Μεγαλώσαμε μαζί λίγο ακόμα. Αυτό που θα κρατήσω περισσότερο είναι ο τρόπος με τον οποίο ο καθένας μας βρίσκει την πίστη και την ειλικρίνεια μέσα σε ό,τι κάνει κάθε μέρα, ακόμα και στις στιγμές που είχε περισσότερο ανάγκη να πιστέψει κάποιος άλλος σε εκείνον.
5. Σε τι ρόλο θα σας δούμε φέτος;
5. Φέτος θα με δείτε σε έναν ρόλο που έχω αγαπήσει και καταλάβει βαθιά.Στον ρόλο της «Γειτόνισσας». Μιας γυναίκας της καλής κοινωνίας στη Γαλλία, μιας μητέρας που πιστεύει πως τα έχει καταφέρει καλά με το παιδί της. Δε θα αποκαλύψω περισσότερα· προτιμώ ο κόσμος να έρθει να τη γνωρίσει από κοντά. Fun fact: αυτή η “γειτόνισσα” υπάρχει στ’ αλήθεια και ζει στο χωριό μου!
6. Πώς βλέπεις τη θέση των νέων ηθοποιών στο σύγχρονο ελληνικό θέατρο; Υπάρχει χώρος για νέες φωνές και νέες αφηγήσεις
6. Οι νέοι ηθοποιοί έχουμε τη χαρά, αλλά και την ευθύνη, να ανανεώνουμε τη θεατρική πραγματικότητα. Ερχόμαστε με φρέσκια ματιά, με διάθεση για πειραματισμό και με μια βαθιά ανάγκη να εκφράσουμε τον κόσμο γύρω μας, να πλησιάσουμε όσο γίνεται την αλήθεια της εποχής μας.Ωστόσο, οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει σήμερα ένας ηθοποιός είναι πολλές και συχνά αποθαρρυντικές: η επαγγελματική αστάθεια, οι χαμηλές αμοιβές, η περιορισμένη πρόσβαση σε ευκαιρίες, ο έντονος ανταγωνισμός, η ανάγκη να συνδυάζουμε πολλαπλές δουλειές για να μπορούμε να συνεχίσουμε να δημιουργούμε.Κι όμως, πιστεύω πως μέσα από αυτές ακριβώς τις συνθήκες γεννιέται η αληθινή δημιουργικότητα. Μας ωθεί να ενωνόμαστε, να συνεργαζόμαστε, να δημιουργούμε ομάδες και να παράγουμε το δικό μας θέατρο ανεξάρτητο και ειλικρινές. Όπως έγινε και τώρα με την ομάδα μας, τους SuNdogs.
πληροφορίες και εισιτήρια παράστασης https://www.more.com/gr-el/tickets/theater/wolves/ayto-to-paidi/

