Συνέντευξη με τον ηθοποιό και σκηνοθέτη Φαίδωνα Καστρή με αφορμή την παράσταση Πέρσες του Αισχύλου που ανεβαίνει στο ΘΕΑΤΡΟ ΦΟΥΡΝΟΣ
Συνέντευξη Φαίδων Καστρής: "Οι Πέρσες πάντα με σπαράσσουν"
Η παράσταση χαρακτηρίζεται ως "Λειτουργία, Δέηση κι Ακολουθία των Παθών των Περσών". Πώς προσεγγίσατε σκηνοθετικά αυτόν τον σχεδόν μεταφυσικό χαρακτήρα του έργου;
Προσεγγίζω με κατάνυξη, ταπεινά μα θαρρετά, με πίστη στις δυνάμεις μου αλλά και με επίγνωση και σεβασμό στο μέγεθος, στο μεγαλείο, στο αριστούργημα που
πλησιάζω και σκύβω, προσεύχομαι. Έρχομαι σαν ένας μύστης-ιερέας, ένας κοσμοναύτης στο χωροχρόνο, ένας "άριστος Πέρσης" σε μια δέηση μνήμης των Πεσόντων, μια λειτουργία σε μια κρύπτη πλάι στον Τάφο του Δαρείου, στο Θέατρο Φούρνος, μικρό μουσείο ενός Πανάγιου Τάφου, μιας εγκατάστασης της Θεοτόκου Άτοσσας, μην ξεχνάμε ο μεγάλος Βασιλέας είναι ισόθεος στο γένος των βαρβάρων. Ο Μύστης προσκυνητής ξεκινά τη λειτουργία του, είμαστε όλοι Πέρσες, εμάς ονομάζουν πιστούς...το όνειρο της Άτοσσας, το όραμα της συμφοράς, η λειτουργία του Άγγελου να μας οδηγεί στην ακολουθία των παθών των Περσών, στον επιτάφιο θρήνο, επίκληση στον Δαρείο, εμφάνιση στο τάφο και χρησμοί του Δαρείου, αντίδωρο και αντιπαράθεση ενώπιος ενωπίω με τον Ξέρξη εαυτό. Με απλότητα, με σεβασμό στο λόγο, στο κείμενο, με παρόντα τον άνθρωπο, κάνω το ταξίδι μου με τα τρίσκαλμα πλοία, στα θαλάσσια στενά τα βουερά από τον ρόχθο των κυμάτων, γύρω από τη Σαλαμίνα, ακούω τις οιμωγές, τον θρήνο τα πελαγίσια να καλύπτουν τα νερά, ώσπου της νύχτας ανοίγουν τα ερεβώδη μάτια κι όλα τα σκοτεινιάζουνε. Ένας ηθοποιός-σκηνοθέτης μια λειτουργία, ακόμη μια να βιώσουμε το πάθος, να σταθούμε απέναντι στην Άτη, να αντισταθούμε στα καλοπιάσματά της, να αποφύγουμε την ύβρη, να σώσουμε κάτι παραπάνω, να ευχηθούμε να το πιστέψουμε κι ίσως τελικά να μπορούμε.
Ο Αισχύλος έζησε τη Μάχη της Σαλαμίνας, που περιγράφει το έργο. Εσείς πώς φέρνετε σήμερα τον πόνο και την ήττα του «άλλου» – των Περσών – σε έναν σύγχρονο θεατή;
Ο ίδιος ο μεγάλος Ποιητής μας δείχνει τον τρόπο, ενώ έζησε σαν νικητής, από τη πλευρά των νικητών Ελλήνων τη ναυμαχία αλλά και την μεγάλη καταστροφή των Περσών στη μάχη των Πλαταιών, την προφητεύει μάλιστα στο έργο ο Δαρείος, διαλέγει να γράψει το πρώτο ιστορικό έργο στον πλανήτη, την τραγωδία των ηττημένων, των Περσών. Η αλαζονεία του ισχυρού, του νικητή, του δυνατού είναι η αρχή του νήματος, έτσι θα ξετυλίξει το νήμα της Άτης, θα τον παρασύρει την ύβρη, θα ακολουθήσει η Νέμεση και η Τίση, η τιμωρία. Ο Ποιητής επικεντρώνεται στην Άτη, την τύφλωση του νου, το μεθύσι της αλαζονείας του ισχυρού, που "δείχνει καταφρόνια στην τύχη που του έλαχε και λαχταρώντας άλλα αφήνει να χυθεί μια ευτυχία μεγάλη". Η πτώση της Αυτοκρατορίας, η παρακμή και η πτώση, γιατί πάντα όσο κι αν αργεί, έρχεται εν τέλει εκδικητής ο Ζεύς, κριτής βαρύς των πόθων που υπέρμετρα θεριεύουν. Αυτή η αναλογία των καιρών, αρχαίων μα και των σύγχρονων, στην παράστασή μου ο χρόνος σαν ένα ατέρμονο σπιράλ με πολλαπλή διαδρομή, στο κείμενο του Αισχύλου, σε μια δέηση υπέρ του Αλπίστου, του γιου του ιερέα Βατανώχου, η ιστορία ενός Πέρση, των Περσών κι ακόμη μιας λειτουργίας των Παθών, σαν μεγαλοβδομάδα, σαν κάθε χρόνο μια γιορτή, μια αυτοκρατορία που πέφτει, πότε Περσική, Ελληνιστική, Ρωμαική, Σοβιετική ακόμη και της Δύσης, Αμερικανική αν λέμε ακόμη κι Ευρωπαική, οι Αυτοκρατορίες πέφτουν με τον ίδιο θόρυβο συχνά και με τον ίδιο βηματισμό, στα μάτια των επιζώντων, των λίγων πάντα επιζώντων. Σημασία στην παράσταση μου έχει πως όλα αυτά σπαράσσουν αυτόν τον έναν άνθρωπο που μεσολαβεί, με έλεος και πάθος ακολουθεί την καταμέτρηση νεκρών, παραστάτης σε μια παρέλαση μυριάδων μυριάδων προς τον Άδη, στέκεται έκθαμβος μπροστά στο είδωλό του, Ξέρξης ο ίδιος του εαυτός και τον ρωτάει, Με πρόδωσες; Τον πρόδωσες;
Ο Πόνος κι η Ήττα είναι τόσο κοινός όσο και προσωπικός στο γένος των ανθρώπων, σαν άνθρωπος προς άνθρωπο, θα μεταγγίσω την εμπειρία, το οδοιπορικό μιας εκδρομής, μιας προσευχής από τα Σούσα στη Σαλαμίνα.
Σκηνοθετείτε και ταυτόχρονα ερμηνεύετε. Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση στο να διατηρείτε το "μάτι απ' έξω", όταν είστε τόσο "μέσα";
Μοιάζει να βρίσκομαι εγώ ο ίδιος μπροστα στην Άτη μου, είναι αλήθεια, είναι τόσο μεγάλο το έργο του ποιητή, ένας Τιτανικός κι εγώ να θέλω να τον σύρω σαν μια βαρκούλα...Το ξέρω, με συγκλονίζει μέσα μου, ταράζομαι και ουρλιάζω χωρίς ουρλιαχτό, λέω όχι δεν θα σκηνοθετήσω τους Πέρσες, κάνω μόνο μια προσκυνηματική λειτουργία, έρχομαι στα γόνατα εγώ ο άπιστος να κάνω το τάμα μου στο θέατρο που πιστεύω, λέω σεμνά και ταπεινά, άκου, νιώσε, πάρε τον κραδασμό του ποιητή, τόλμησε, θυσιάσου, ρίσκαρε, κάνε την τέχνη σου και τη δουλειά σου, δεν κλέβω μόνο δουλεύω, η απάντηση είναι ο χρόνος, δουλεύω άλλες ώρες σαν ηθοποιός κι άλλες που σκηνοθετώ, δουλεύω διπλά και τριπλά, ξέρω δεν φτάνει, όμως σαν σκηνοθέτης όρισα τον στόχο μου, τη διαδρομή και το όραμά μου. Είναι εκείνη η ώρα που λένε, έφτασε η ώρα κι εγώ είμαι εδώ σαν έτοιμος από καιρό, να το ζήσω να το μοιραστώ. Η πρόκληση που λέτε και το μεγάλο στοίχημά μου, δεν είναι επικεντρωμένο στη σχέση ηθοποιού σκηνοθέτη, είναι στο συντονισμό των καλλιτεχνών συνεργατών, στη δημιουργία της παράστασης, μουσική, φώτα, βίντεο-αρτ, σκηνικό, δράσεις που έχω να συντονίσω, με τη βοήθειά τους πιστεύω, είμαι σίγουρος θα το πετύχω.
Οι "Πέρσες" είναι από τα ελάχιστα σωζόμενα έργα που μιλούν για ιστορικό γεγονός σχεδόν ως μαρτυρία. Τι θέση έχει η Ιστορία στην Τραγωδία σήμερα; Μας βοηθά ή μας βαραίνει;
Οι Πέρσες έδωσαν σαν ιστορικό γεγονός στον Ποιητή την αφορμή να αναδείξει σε τραγωδία την Πτώση τους σαν τιμωρία απέναντι στην Άτη, την μεθυστική τύφλωση των Περσών ηγητόρων και του Ξέρξη, την Ύβρη απέναντι στους Θεούς, την τιμωρία και την αρχή της πτώσης και της καταστροφής τους. Σε μια εποχή που η τραγωδία μιλά για Θεούς, ημίθεους και μεγάλους ήρωες, ή για την τραγωδία των αρχετύπων, στην μυθική προπατορική οικογένεια, της Θήβας και των Μυκηνών, τα τρόπαια και δώρα, παγίδες, δοκιμασίες, των Θεών που χαίρονται να παίζουν με τις ζωές ανθρώπων, ο Αισχύλος στήνει τη σκηνή του πλάι στον τάφο ενός ισόθεου Δαρείου, φέρνει την Βασίλισσα και Βασιλομήτορα Άτοσσα στο πλάι, την αγγελία μιας απίστευτης καταστροφής, τον αφανισμό μιας τεράστιας στρατιάς, θεολογεί ο ποιητής, η προσβολή προς τον Ποσειδώνα από τον Ξέρξη με τη ζεύξη του Ελλήσποντου θα τους καταπνίξει, θα καταπιεί τους Πέρσες, της Σαλαμίνας τα βαθύσκιωτα νερά αλλά και τα ποτάμια, ο αγνός Στρυμώνας θα τους πνίξει, για να πάψουν με την αλαζονεία τους να βλάπτουν τους Θεούς, αυτοί που όταν πατήσανε στη χώρα των Ελλήνων, δεν ντράπηκαν να κάψουν τους ναούς, να ξεγυμνώσουν των θεών τα είδωλά, να αφανίσουν τους βωμούς.
Σήμερα λοιπόν που στη ζωή μας χωράει κυρίως το δράμα, το μελόδραμα, η φάρσα, σπάνια πια η αθώα κωμωδία, η τραγωδία έχει μόνη της καταφυγή την ιστορία.
Η ιστορία γίνεται κατανοητή και προσβάσιμη μέσα από την τραγωδία, η τραγωδία σαν είδος αποδραματοποιεί, δηλαδή μεγεθύνει τόσο το δράμα που το δραματικό γίνεται τραγικό, το ανθρώπινο πανανθρώπινο, το πρόσωπο υποχωρεί στη μάσκα, τα νήματα του σύγχρονου κόσμου ακυρώνονται στο παγωμένο πυρήνα του υπαρξιακού συντελεστή... η τραγωδία της ιστορίας, η τραγωδία μας διδάσκει μας κοινωνεί τη μετάληψη της ιστορίας, σώμα και αίμα, κρασί και άρτος.
Κάθε μετάληψη και κατανόηση του τραγικού μέσα στην ιστορία , κάθε σύνδεση του ανθρώπου μέσα μας με την κοινή μας μοίρα, πρόσληψη ή και μαρτυρία μας στην ιστορία όσο τραγική κι αν είναι μας βοηθά, δεν μας βαραίνει, η άγνοια και η αγωνία έχουν βαρίδια στις τσέπες, η γνώση έχει λυτρωτική ανάσα, φτέρωμα και ψήλωμα λαιμού στον άνθρωπο, μα είναι πάντα ψυχαγωγία.
Η τραγωδία απαιτεί ρυθμό, σιωπή, λόγο και τελετουργία. Ποια ήταν τα βασικά σας εργαλεία για να χτίσετε αυτή τη σκηνική «ακολουθία»;
Ακριβώς αυτά που αναφέρετε, ο ποιητικός λόγος, φυσικά το γυμνασμένο κι έμπειρο όργανο του ηθοποιού που θα επιτρέψει να τον διαπεράσει. Ο λόγος, ο ρυθμός, τα νοήματα, τα νήματα που θα απλωθούν ώστε να υφάνουμε όλα τα θέματα και τα μοτίβα του Ποιητή, του είδους αλλά και της διαδρομής του έργου του στο σήμερα. Η μεγάλη αλήθεια εδώ είναι δυστυχώς αυτοαναφορική, γιατί το ουσιαστικό είναι η κατανόηση του καλλιτέχνη ηθοποιού προς τον ποιητή, πόσο βαθιά μπορώ να πάω, η κατάδυση, η απάντηση θα δοθεί με την παράσταση, δεν μπορώ να την προκαταβάλλω, όσο κι αν την αισθάνομαι, την εύχομαι και την πιστεύω.
Έχω την εμπειρία μου, όχι μεγάλη αλλά αρκετή στο αρχαίο δράμα, έχω διδαχτεί από σπουδαίους και γνώστες, έχω κι εγώ μια ιδέα, επίσης είναι μια λειτουργία που θα κάνω, ένας για όλους κι όλοι για έναν, έχω σκύψει πάνω στο κείμενο μήνες τώρα, το έχω ενσωματώσει, το αναπνέω, το τρέφω, το κοιμίζω, το ονειρεύομαι, έχω αυτή την εξαιρετική μετάφραση της Νικολέττας Φριντζήλα, την ίδια είχαμε παίξει και με το Εθνικό Θέατρο το 2006 στην παράσταση που σκηνοθέτησε η Λυδία Κονιόρδου, ήμουν τότε Α κορυφαίος του Χορού των Περσών και στον Αγγελιοφόρο. Έχω την μουσική που συνθέτει για την παράσταση ο Στέφανος Κοζάνης, μουσική μιας άλλης κοσμο-λειτουργίας, μεταλλαγμένοι ύμνοι επιταφίων και μυστηρίων στο ναό , στην κρύπτη, φώτα και βίντεο-αρτ (μαζί μου δημιουργεί εικόνα, βίντεο-αρτ ο Στέφανος Κοσμίδης), καλύπτουν μια ξενάγηση στην ύπαρξη, στο μουσείο του Πέρση, του τελευταίου ανθρώπου, στη επιμνημόσυνη δέησή του. Ο Μύστης-ιερέας, η θεοτόκος Άτοσσα, ένας Άγγελος και η λειτουργία, επτά μυστήρια στον τάφο του Δαρείου, ενώπιος ενωπίω με τον Ξέρξη...
Ποια είναι η προσωπική σας σχέση με την αρχαία τραγωδία – και ειδικά με τους "Πέρσες"; Τι σας κινεί ξανά και ξανά να επιστρέφετε σε αυτά τα κείμενα;
Αχ Οι Πέρσες!
Το αρχαίο δράμα, κυρίως η τραγωδία. αν και φύση κομεντιέν ο ίδιος, έδωσα μάχη με τη ζωή μου να αποκτήσω εκείνα τα βάρη, τους όγκους, τα βουνά, τα όρη μέσα μου, τις δυνάμεις να μπορώ να σηκωθώ στο αρχαίο δράμα, στην τραγωδία. Ήταν άθλος και για τα δεδομένα της εποχής μου τα κατάφερα, με μεγάλες θυσίες, δουλειά και πολλά όχι, κυρίως στη τηλεόραση, γιατί τότε αντίθετα από τώρα, η τηλεόραση δεν σε βοηθούσε να πας Επίδαυρο. Το αγαπώ το αρχαίο δράμα, ήδη από τις δυο "δασκάλες" μου, έτυχαν και οι δύο, από τη σελίδα του βιβλίου της Αντιγόνης με την κλασική φωτογραφία δύο εξαίσιων προφίλ, Αντιγόνη και Ισμήνη, η Άννα Συνοδινού για λίγο, την γνώρισα πριν μπω στη Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, κρατήστε την εικόνα, εμένα νεαρό κλαράκι στο χαλί της στο πάτωμα, εκείνη τροφαντή καβάλα στην πλάτη μου να με πιέζει κι εγώ να σπρώχνω, Πατέρρρρα Πατέρρρρα, η πρώτη λέξη του Αίμονα, ξανά και ξανά να καθαρρρρίσω το Ρο, ακόμη πριν βγω στη σκηνή κάνω πάντα, τελετουργικό μου τα ρρρρροπαπαμ ρρροπαπαμ ασκησούλα μου της Συνοδινού. Α και στη Σχολή του Εθνικού μετά η Αντιγόνη Βαλάκου, διάνοια θεατρική, από τη Βαλάκου έμαθα να χτίζω στη διάνοια των τραγικών ηρώων, χωρίς διάνοια, είναι δραματικοί αλλά όχι τραγικοί. Μετά η Μαρία Χορς η δασκάλα μου και χορογράφος στην πρώτη μου παράσταση στην Επίδαυρο, το 1989, Εθνικό Θέατρο, Οιδίπους επί Κολωνώ, με τον Αλέξη Μινωτή. Η Λυδία Κονιόρδου, η Λήδα Πρωτοψάλτη, ο Ουνκόφσκι, η Λυδία Φωτοπούλου, ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος, η Μαρία Κατσιαδάκη κι άλλοι, έζησα, μελέτησα, έμαθα και μαθαίνω.
Οι Πέρσες έχουν ας πούμε ένα μοιραίο δεσμό, μικρό γόρδιο δεσμό που ίσως τώρα έχω ένα χρέος να τονε λύσω ή και γενναία να τον κόψω στην καρδιά μου δεμένο επάνω. Την χρονιά εκείνη ξαφνικά από μια καλπάζουσα οξεία λευχαιμία , σε ένα μήνα μέσα, έχασα τη μάνα μου, 59 μόλις ετών, με γέννησε κι ήταν μικρό κορίτσι, μεγαλώσαμε μαζί, θυμάμαι στην Επίδαυρο, έλεγα Δαίμονα άπονε ασήκωτο το πόδι σου και πλάκωσε το γένος των Περσών... η ιεροτελεστία του πένθους μου σαν κατολίσθηση σε γκρεμνό χαώδη με δάκρυα κατρακυλούσαν κοτρώνες, βράχια οι λέξεις, πέτρες αιχμηρές, ασήκωτες.
Δαρείος ήταν ο αγαπημένος μου φίλος, φίλος κολλητός στα χρόνια, από τους Πέρσες που συναντηθήκαμε και μέχρι που "έφυγε", Δαρείος συγκλονιστικός στο μέγεθος μαζί και στη λιτότητά του. Στη μνήμη του αφιερώνω αυτή μου την παράσταση. Οι Πέρσες πάντα με σπαράσσουν οι Πέρσες, με τα ναυαγισμένα όνειρά τους, με τα τρίσκαλμά τους τα ανάλαφρα πλοία χαθήκανε, οι Πέρσες εμείς που μας διάλεξε ο ίδιος ο Ξέρξης να επιστατούμε τη χώρα του όλη, Οι Πέρσες εμείς που
πάντα μέσα μας, στην ψυχή μας αργοσαλεύουν και την ταράζουν κακά μαντέματα... Οι Πέρσες όλοι κι εγώ σας ευχαριστώ
πληροφορίες και εισιτήρια παράστασης https://www.ticketservices.gr/event/theatro-fournos-perses-tou-aisxylou/?lang=el

